Περιγραφή

Έφθασε, η εποχή, όμως, πού κοιμόταν στο ντιβάνι της κουζίνας, να τρίβει τα πρησμένα πόδια και να κουλουριάζεται σαν έμβρυο, την ώρα του ύπνου. Μονάχα αυτό ένιωθε δικό της εκεί ξαπόσταινε και γεύονταν μια στάλα αγάπης. Εκεί, μονολόγησε κατασταλάζοντας πια, τις σκέψεις της, καθώς έλυνε τις πλεξούδες της και ονειροπολούσε το νησί της.
Έπιασε, τον εαυτό της, να μετανιώνει, μα δεν το έβαλε κάτω. Ήταν, πια, η Ερατώ Σεκιάρη, η παραδουλεύτρα, όπως έλεγε, η κυρά της.

Σχόλια


Δείτε κι αυτά