Ελληνιστική Μήλος - Ιστορικά και Aρχαιολογικά Tεκμήρια
Κοσμάς Πέτρος
Bookstars Εκδόσεις - Free Publishing


Ιστορική ανασκόπηση με έμφαση στην Ελληνιστική περίοδο μέσω ιστορικών
πηγών και αρχαιολογικών δεδομένων
Η Μήλος αποτελεί το δυτικότερο σημείο του νησιωτικού συμπλέγματος των
Κυκλάδων με εμβαδόν μόλις 161 χλμ2 και βρίσκεται στο εξωτερικό μέτωπο της ζώνης του ηφαιστειακού νησιωτικού τόξου του νοτίου Αιγαίου. Το νησί σε όλες τις γνωστές έως σήμερα επιγραφές αναφέρεται ως Μήλος. Ο Πλίνιος την αναφέρει, ως τη στρογγυλωτέρα των νησιών, με ομώνυμη πόλη και λιμένα. Ωστόσο, η Μήλος εμφανίζεται σε κείμενα Ελλήνων και Ρωμαίων συγγραφέων και με άλλα ονόματα. Σε κείμενο του Αριστείδη του Γραμματικού αναφέρεται ως «Βιβλίς», καθώς αποτέλεσε αποικία της Βίβλου, φοινικικής πόλης που
βρίσκεται στα παράλια της σημερινής Συρίας. Ο Αριστοτέλης6 χρησιμοποιεί την
ονομασία «Ζεφυρία» ως γεωγραφικό προσδιορισμό, καθώς βρίσκεται προς το Ζέφυρο και είναι το νοτιοδυτικότερο νησί των Κυκλάδων. Ο ποιητής Καλλίμαχος και ο Ησύχιος την αποκαλούν ποιητική αδεία «Μιμμαλίδα», χάρη στο όνομα νύμφης που λατρευόταν στο νησί. Ο Ηρακλείδης ο Ποντικός λανθασμένα την αναφέρει ως Σίφνο, ενώ ο ίδιος την αποκαλεί
και Άκιτον. Το νησί αναδύθηκε πριν από τρία εκατομμύρια χρόνια μέσα από μια αλληλουχία ηφαιστειακών εκρήξεων. Τρεις μεγάλες εκρήξεις πριν από περίπου δυο εκατομμύρια χρόνια έφεραν στην επιφάνεια πετρώματα που χρονολογούνται από την ανώτερη Κρητιδική περίοδο του Μεσοζωικού και μέχρι την εποχή του Μειόκαινου (εξήντα τέσσερα έως πέντε εκατομμύρια έτη από σήμερα). Τότε εμφανίζεται και ο οψιδιανός. Εφτακόσιες χιλιάδες χρόνια πριν από
την εποχή μας δημιουργούνται τα πετρώματα του περλίτη, του καολίνη, του πυριτικού οπαλίου, του μπετονίτη καθώς και τα κοιτάσματα χρυσού και σιδήρου. Πεντακόσιες χιλιάδες χρόνια από σήμερα η Μήλος αποτελούνταν από δυο μικρά αφιλόξενα νησιά, τον Προφήτη Ηλία και το Χοντρό Βουνό,12 ενώ εκατό χιλιάδες χρόνια αργότερα, το νησί παίρνει μια πλάγια κλίση και τμήματά του βυθίζονται. Η ηφαιστειακή δραστηριότητα σταμάτησε πριν από ενενήντα χιλιάδες χρόνια περίπου, όταν τα δυο ηφαίστεια, της Φυριπλάκας και του Tράχηλα, εξερράγησαν, με το νησί να έχει υψωθεί έκτοτε κατά 200
περίπου μέτρα. Η Μήλος πήρε τη σημερινή της μορφή κατά τη Νεολιθική περίοδο (6.800-2.800 π.Χ.) όταν η άνοδος της στάθμης της θάλασσας διαμόρφωσε τον σημερινό κόλπο του νησιού, ενώ την ίδια στιγμή αποκόπηκαν και τα νησιά της Κιμώλου και της Πολυαίγου. Στρωματογραφικά, το υπόβαθρο της Μήλου περιλαμβάνει μεταμορφωμένα πετρώματα, τα οποία αποτελούν και τους παλαιότερους σχηματισμούς του νησιού ενώ ακολουθούν τα κρυσταλλοσχιστοειδή πετρώματα,14 το υπόβαθρο των θαλασσίων ιζημάτων πάνω στα οποία αναπτύσσονται οι ηφαιστειακοί τόφφοι. Το κρυσταλλοσχιστοειδές υπόβαθρο συνίσταται από μοσχοβιτικό γνεύσιο, μάρμαρο, μοσχοβιτικό σχιστόλιθο και φυλλίτη. Πάνω από αυτό, το οποίο έχει πτυχωθεί και διαβρωθεί έντονα, βρίσκονται τα θαλάσσια ιζήματα του Μειόκαινου-Πλειόκαινου. Οι ιζηματογενείς
σχηματισμοί είναι περιορισμένης έκτασης στο νησί και απαντούν κυρίως στο νότιο και νοτιοανατολικό τμήμα του. Εμφανίζονται στην περιοχή του Χάλακα όπου επικρατούν οι αμιγείς ή ψαμμιτικοί ασβεστόλιθοι και οι άργιλοι. Αντίθετα, στην περιοχή του προφήτη Ηλία στους νοτιοανατολικούς πρόποδες του επικρατούν τα μαργαϊκά στρώματα εντοπίζεται γύψος, ενώ στο βουνό του Προβατά, κάτω από τον ασβεστόλιθο υπάρχει στρώμα από κροκαλοπαγές πέτρωμα.Οι λάβες της πρώτης φάσης των ηφαιστειακών εκρήξεων παρουσιάζουν μικρή ανάπτυξη με μεγαλύτερη συγκέντρωση στο μέσω της ανατολικής παραλίας που σχηματίζει το λόφο στη θέση Δεμενεγάκι,19 καθώς και στα βουνά της Βομβάρδας και στα Νύχια κατά μήκος της μικρής παραλίας του Αδάμαντα, τα οποία αποτελούνται από λυπαρίτες, τόφφους και όξινους δακίτες. Η δεύτερη φάση ηφαιστειακών εκρήξεων επηρεάζει ολόκληρο το δυτικό τμήμα της Μήλου, από το άκρο της Καλαμαριάς και του ακρωτηρίου Βάνι μέχρι τον λόφο του Κατσιμπάρδου, καθώς και εκείνη του λόφου της Κορακιάς στο βορειοανατολικό
άκρο της20 που αποτελούνται από ρυολιθικούς δόμους, δακίτες και ανδεσίτες. Στο κέντρο του νοτίου τμήματος του νησιού, καθώς και στο βόρειο άκρο του επικρατούν οι λυπαρίτες. Στην περιοχή του Χαλέπα και της Κακόπετρας οι λυπαρίτες ανήκουν και στη δεύτερη και την τρίτη φάση των ηφαιστειακών εκρήξεων. Η νεότερη ηφαιστειακή δραστηριότητα, στο Ανώτερο Πλειστόκαινο, συγκεντρώνεται στα δύο ηφαιστειακά κέντρα του Τράχηλα στα βόρεια και της Φυριπλάκας στα νότια, όπου καλύπτουν το μεγαλύτερο μέρους του νησιού από ηφαιστειακά προϊόντα που περιλαμβάνουν εναλλαγές πυροκλαστικών και τοφφιτών. Τα προϊόντα στην περιοχή του Τράχηλα, περιλαμβάνουν αργίλους και δακιτικά θραύσματα, περλίτη και περλιτικούς δόμους ενώ στα δυτικά του Τράχηλα εντοπίζονται ρυόλιθοι. Στο ηφαίστειο της Φυριπλάκας δημιουργήθηκαν προϊόντα ρυολιθικής σύστασης, ρυόλιθοι περλιτικής υφής, χαλαζίας,
σανίδινος, βιοτίτης και σιδηρούχα ορυκτά. Στο υπόλοιπο νησί παρατηρούνται ανδεσίτες στα ανατολικά του λόφου Κατσιμπάρδου, δακίτες στο δόμο του Κάστρου και στις νησίδες μικρή και μεγάλη Ακραδιά, καθώς και πυρήνες δακιτών και όξινων ανδεσίτων στο Χάλακα, όπου περιβάλλονται από λατύπες.
Από μεταλλευτική άποψη το ενδιαφέρον συγκεντρώνεται στις λάβες και στους τόφφους των ηφαιστειακών δραστηριοτήτων, εντός των οποίων εμφανίζονται τα αργυρούχα μεταλλεύματα τα οποία απαντούν: α) στο Χάλακα, στο δυτικό τμήμα της νήσου και συγκεκριμένα στην περιοχή Τριάδες, στις θέσεις Αβόθονας και Ασημότρυπα μεταξύ του ακρωτηρίου Βάνι και του ορμίσκου Κοντάρου, Τασίφνου και Γαλανά, β) στο ανατολικό τμήμα στις τοποθεσίες Πικραδού, Μεροβίλια, Καστανά και στα Βούδια του ΒΑ άκρου της νήσου καθώς και στη νησίδα Πηλονήσι απέναντι από τα Βούδια, γ) στα αριστερά του λιμένα του Αδάμαντα
στη γλωσσοειδή προεξοχή της χερσονήσου του Φουρκοβουνίου στα ΒΔ του Κάστρου
και στο Κλίμα. Τα αργυρούχα μεταλλεύματα της Μήλου (αργυρούχος βαρύτης, βαρυτομιγείς άργιλοι αργυρούχοι, βαρυτομιγής δακίτης και ανδεσίτης αργυρούχος) εκτός από τον γαληνίτη, χαρακτηρίζονται από την παρουσία βαρύτη εντός της μάζας τους. Το νησί της Μήλου αποτελεί εδώ και 9000 χρόνια έναν απέραντο ορυκτό πλούτο πάνω στον οποίο
στηρίχθηκε η ανάπτυξη του.