Σε έπαψα
Δαμιανάκου Μαρία
Bookstars Εκδόσεις - Free Publishing


Ο ήχος της αλήθειας
Ήθελα τόσα πολλά να σου πω, αλλά δεν τόλμησα ποτέ να το κάνω. Εξάλλου, το γνωρίζεις καλά πως ποτέ δεν το είχα με την εκφορά των φθόγγων. Ο ήχος των λέξεων από το δικό μου στόμα ερεθίζει δυσάρεστα ηχητικά την ακουστική μου αντίληψη. Δυσκολεύομαι να κατανοήσω αυτά που έχω πει. Συνήθως, οι λέξεις που δεν συμφωνούν με το μέσα μου, βρίσκουν την αλήθεια τους μέσα από τα χέρια μου.
Τα δάχτυλά μου φωνάζουν δυνατά. Σχεδιάζουν σύμβολα. Γράμματα και αριθμούς πάνω στο χαρτί. Άλλοτε ψιθυρίζουν. Άλλοτε ουρλιάζουν. Κι άλλοτε εκφράζονται κανονικά. Ο ήχος, ωστόσο, πάντοτε απουσιάζει. Σε όλες τις περιπτώσεις. Μονάχα οι δονήσεις υπάρχουν. Μέσα από αυτές επικοινωνεί η ψυχή μου και μεταφέρει όλα όσα θέλει να πει στα δάχτυλα. Κάθε έντονη συγκίνηση, οδύνη, χαρά, απογοήτευση κι όλα τα συναισθήματα που βυθίζουν το μέσα μου δονούν την πένα. Κι αυτή τότε, ξεκινά να χαράζει πάνω στο χαρτί.
Όλα όσα θέλω να πω εκεί θα τα δεις. Πάνω σε μια κόλλα χαρτί. Λέξεις που όταν τις διαβάσεις ίσως τσούξουν τα μάτια σου και δακρύσουν από τον πόνο. Ίσως πάλι κλείσεις τα μάτια με τα χέρια σου γιατί η δύναμη του ουρλιαχτού της πένας καμιά φορά είναι … ενοχλητική.
Ωστόσο, την πραγματική μου φωνή δεν πρόκειται ποτέ να την ακούσει κανείς. Σάμπως την έχω ακούσει εγώ; Την αληθινή μου φωνή. Κι όχι αυτή που παρουσιάζω σε όλους. Το ξέρεις. Υπάρχει μεγάλη διαφορά. Η φωνή της ψυχής είναι κάτι εντελώς διαφορετικό. Μόνο εσύ την ακούς. Έχεις αυτό το προνόμιο. Αυτό το ήξερες;
Έχει άλλο ηχόχρωμα αυτή η φωνή. Μοναδικό. Είναι ένας ηχόλογος που απευθύνεται αποκλειστικά και μόνο σε σένα.
Να φανταστείς, πολλές φορές ξεχνάω πως έχω στόμα. Σου φαίνεται αστείο, έτσι; Κι όμως. Η μνήμη μου με ξεγελά. Μου παίζει περίεργα παιχνίδια. Αλλόκοτες εικόνες ξεπροβάλλουν από τον βυθό της λήθης. Δυσνόητες. Δύσκολο να τις ερμηνεύσει κανείς. Εικόνες με εμένα ως βρέφος. Ένα βρέφος που γεννήθηκε με ένα πρόσωπο χωρίς στόμα.
Θα μου πεις δεν γίνεται αυτό, άνθρωπος είσαι. Για να ζήσεις πρέ-πει να τραφείς. Πράγματι. Έτσι είναι. Μα κι η δική μου αλήθεια είναι υπαρκτή. Τουλάχιστον, στα δικά μου μάτια…
Ώρες ώρες, ψηλαφίζω το πρόσωπό μου. Αγγίζω με τις άκρες των δαχτύλων μου το κενό σημείο κάτω από τη μύτη. Ψάχνω διστακτικά να εντοπίσω αυτό που θα έπρεπε να βρίσκεται σ’ εκείνο το σημείο που δεν γίνεται αντιληπτό με την όραση.
Και κάθε φορά πιάνω τις ίδιες δύο λεπτές και μαλακές οριζόντιες γραμμές. Ένα ζευγάρι τρυφερών μυών. Τους πυλώνες του σημαντικότερου οργάνου για την λεκτική επικοινωνία.
Μαλάζω τα χείλη μου. Τα κουνάω. Με δυσκολία ανοίγουν. Έχουν μια συστολή, εκ γενετής θα έλεγα.
Θυμάμαι αυτόν τον κοινωνικό δισταγμό συνοδοιπόρο της ζωής από την πρώτη μου ανάσα. Εικόνες των γονιών μου ζωντανεύουν μπροστά μου κάτι τέτοιες στιγμές. Τότε που με παρότρυναν να πάω να παίξω με τα άλλα παιδάκια. Να κάνω φίλους. Κι εγώ φοβόμουν να ανοιχτώ. Ξέρεις, την απόρριψη πάντοτε την ένιωθα να μου τρυπά το στέρνο. Έχει αυτήν την ιδιότητα. Κι έτσι, για να αποφύγω να αισθανθώ άλλο ένα της τρύπημα, συρρίκνωνα το σώμα μου. Μάζευα τα άκρα μου. Γινόμουν μπάλα.
Το μέσα μου.
Τον πυρήνα μου.
Δεν θα άφηνα κανέναν να τον αγγίξει.
Ντρεπόμουν να εκφέρω λέξη. Δεν μου άρεσε το ηχόχρωμα της φωνής μου. Ήταν ένα σύμπλεγμα στριγκού ήχου και ψιθύρου. Ντρεπόμουν. Φοβόμουν. Ήμουν φυγάς του ίδιου μου του εαυτού.
Από τότε μου γεννήθηκε η ιδέα πως δεν είχα ποτέ στόμα. Πως δεν ήμουν απλά ακρωτηριασμένη στην ψυχή, αλλά και παραμορφωμένη στο σώμα.
Ακόμα και τα χείλη μου, πίστευα πως δεν ήταν αληθινά. Πως ήταν ένα τρισδιάστατο τατουάζ το οποίο το είχαν ζωγραφίσει πάνω μου οι δημιουργοί μου.
Να σου πω την αλήθεια, ακόμα το πιστεύω. Έχω την αίσθηση πως το στόμα μου είναι κάτω από το δέρμα. Ένα υποδόριος ιστός. Δεν υπάρχει πάνω στο πρόσωπο, αλλά μέσα σ’ αυτό. Κάτω από την επιδερμίδα και τους πόρους αυτής. Κρύβεται.
Εξάλλου, για ποιον λόγο να είναι ορατό; Αφού δεν πρόκειται ποτέ να βγάλει λέξη. Η δύναμη της ψυχής μου έχει πιο δυνατή φωνή από αυτό.
Ξέρεις κάτι;
Μεγαλώνοντας αρχίζω και καταλαβαίνω περισσότερα απ’ όσα ίσως θα έπρεπε. Κι ένα από αυτά είναι τούτο:
Το στόμα μου παραχωρεί τη θέση του στη φωνή της ψυχής. Ξέρει πως αν έρθει αντιμέτωπο μαζί της, δεν πρόκειται ποτέ να τη νικήσει. Μια ζωή ηττημένο θα είναι. Σαν το σπασμένο ηχόχρωμα της φωνής μου. Ένας στριγκός ψίθυρος. Μια αδύναμη φωνή.

Η δύναμη του χρόνου
Μίλησα για το πώς ένιωθα όταν ήμουν παιδί και ταράχτηκες. Το είδα. Το ένιωσα. Ήταν τόσο έντονη η ταραχή σου που είμαι σίγουρη πως αν άπλωνα το χέρι μου να την αγγίξω, θα αισθανόμουν τον όγκο της μέσα στην παλάμη μου και θα την έσφιγγα περισσότερο για να την πνίξω.
Μην τρομάζεις. Δεν θέλω να σου κάνω κακό. Απλά, θα ήθελα να τη συνθλίψω. Ας μου δινόταν αυτή η ευκαιρία και θα το έκανα αμέσως. Ετούτη την στιγμή.
Αυτό λέγεται αγάπη, νοιάξιμο. Να σκοτώνεις οτιδήποτε πληγώ-νει αυτούς που αγαπάς και νοιάζεσαι.
Με χαρακτηρίζεις παρορμητική και διακρίνω αυτήν την έντονη αποστροφή στη χροιά της φωνής σου, όπως ακούγεται πάντα όταν κάτι σε ενοχλεί.
Σε ενοχλεί η εκφραστικότητα; Προτιμάς στημένες συμπεριφορές με σκηνοθετημένα χαμόγελα και κρύες, επίπλαστες αγκαλιές, μήπως;
Ε, λοιπόν, νομίζω πως δεν έχεις άδικο. Αν και δεν θα το ‘θελα, θα συμφωνήσω μαζί σου. Ο παρορμητισμός είναι υπεύθυνος για τα κραυγαλέα λάθη και τον έλεγχο του νου. Αν και τώρα που το σκέφτομαι, όχι μόνο του νου αλλά και του σώματος. Υπεύθυνος για τις σφιχτές αγκαλιές σε λάθος σώματα. Υπεύθυνος για όλα τα σ’ αγαπώ τη λάθος στιγμή.
Αλήθεια, τι σε τάραξε από την αναφορά μου στα παιδικά μου χρόνια; Το πώς αισθανόμουν και τον τρόπο που αγκάλιαζα τη μο-ναξιά μέσα μου ή το μεγάλο ταξίδι του χρόνου;
Μην ανησυχείς. Εγώ έχω συμφιλιωθεί με τον χρόνο. Δεν τον φοβάμαι. Έχω γνωρίσει και τις δύο του πλευρές. Άλλοτε είναι εχθρός κι άλλοτε φίλος. Εξάλλου, το γνωρίζω καλά αυτό. Δεν θα σταθώ, όμως, στον χρόνο που σου κλέβει μέρες από τη ζωή σου... Μην ξεχνάς πως όλα είναι δανεικά. Κι η θέση μας στη ζωή δεν μας ανήκει αποκλειστικά. Πληρώνουμε ένα νοίκι όνειρα και στόχους, τα οποία χρειάζονται ανανέωση αραιά και πού. Χρειάζεται να κά-νουμε μια ανακαίνιση στα όνειρα και τους στόχους, όταν αυτά φθείρονται, όχι με τον χρόνο αλλά με τις φθορές που φέρνουν οι λύπες που κρύβονται στις αραχνιασμένες γωνιές της θέσης μας στη ζωή.
Σήμερα θα σταθώ στη φιλική πλευρά του χρόνου. Γιατί ναι. Ο χρόνος είναι φίλος. Μας αποκαλύπτει, την κατάλληλη στιγμή, ανθρώπους που έχουμε δίπλα μας. Άλλους που στέκονταν δίπλα μας αλλά εμείς δεν τους βλέπαμε κι άλλους που τα μάτια μας νόμιζαν πως κοιτούσαν τη μορφή τους μα στην πραγματικότητα έβλεπαν την σκιά τους. Δεν ήταν ποτέ κοντά…
Τώρα που το σκέφτομαι, ναι. Ο χρόνος είναι περισσότερο φίλος. Ακόμα κι από κάποιους ανθρώπους που στην πορεία αποκαλύπτεται η πραγματική τους ταυτότητα κι από φίλοι μεταμορφώνονται σε κλέφτες που ληστεύουν την καρδιά σου και την αφοσίωσή σου σ’ αυτούς.
Κι έρχεται η στιγμή που σου ανοίγει τα μάτια ο χρόνος και σου παρουσιάζει την έλλειψη συγχρονισμού ανάμεσα στα λόγια και στις πράξεις. Βλέπεις οι λέξεις που έχουν ειπωθεί να μην συντονίζονται με τις ενέργειες. Σα να λέει κάποιος «πάω ευθεία μπροστά» και κάνει επιτόπου αναστροφή για να γυρίσει πίσω. Οι λέξεις δεν συμβαδίζουν με τις κινήσεις.