Ο Ρόλος του Παραμυθιού στην Πολυπολιτισμική Σχολική Τάξη
Μπρις Αικατερίνη-Αναστασία
Bookstars Εκδόσεις - Free Publishing


ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Η τεράστια απήχηση του παραμυθιού, ιδιαίτερα στο παιδικό κοινό, σε συνδυασμό με το λαογραφικό και παιδαγωγικό του ενδιαφέρον ώθησαν από νωρίς εκπαιδευτικά συστήματα ξένων χωρών προς την εισαγωγή αυτού στην επίσημη εκπαίδευση. Για παράδειγμα, ήδη από το 1830 τα παραμύθια των αδελφών Grimm χρησιμοποιήθηκαν ως αναγνώσματα στο επίσημο γερμανικό σχολικό πρόγραμμα. Ενώ, κατά τη δεκαετία του 1950, οι Γερμανοί απέδιδαν στο παραμύθι μαγικές ιδιότητες ως προς τον ηθικοπλαστικό του χαρακτήρα.
Το παραμύθι είναι αδιαμφισβήτητα ένα πολύτιμο και πανάρχαιο διδακτικό μέσο που μπορεί όμως με ευκολία να ανταποκριθεί και στις απαιτήσεις της σύγχρονης κοινωνίας, η οποία έχει αποκτήσει χαρακτήρα, πολυπολιτισμικό : «Τα θέματα κάποιων παραμυθιών και η προσέγγισή τους έχουν οικουμενικές διαστάσεις (...). Τα παραμύθια έχουν πολλαπλές επικοινωνιακές λειτουργίες, όπως είναι η όξυνση της λεκτικής ικανότητας, η προαγωγή της συζήτησης, η αντιπαράθεση συγκρουόμενων ηθικών αξιών. Επίσης εισάγουν τα παιδιά στη διαδικασία της αναζήτησης λύσεων, όπου εμπλέκεται η συζήτηση και η επιχειρηματολογία. Ο ακροατής αναλογίζεται σχετικά με το τι είναι δίκαιο ή άδικο, αδύναμο ή γενναίο, λογικό ή γελοίο, για να συμπεράνει ότι στις ανθρώπινες υποθέσεις συχνά δεν υπάρχουν απαντήσεις παρά μόνον δύσκολες επιλογές. Τα παραμύθια αναδεικνύουν την αγάπη για την αντιπαράθεση και χρησιμεύουν ως εργαλεία για τη διδασκαλία ηθών και στάσεων πολιτισμού στις διαπροσωπικές σχέσεις» (Sunwolf, 1999: 60). Το παραμύθι λοιπόν μετατρέπεται σε συνεκτικό κρίκο λαών και πολιτισμών και λειτουργεί διδακτικά όχι μόνο μέσα στο πλαίσιο των σχολικών μαθημάτων, αλλά και όσον αφορά την κοινωνική συνοχή μιας σχολικής τάξης . Έτσι, μέσω του παραμυθιού το παιδί εισάγεται σε έναν κόσμο φαντασίας και ονείρου, ο οποίος παράλληλα λειτουργεί διδαχτικά, όχι μόνον όσον αφορά τα μαθήματα του ωρολογίου προγράμματος, αλλά και όσον αφορά τη στάση ζωής του. Όπως επισημαίνει ο Μ. Μερακλής: «Το παραμύθι λοιπόν εισάγει το παιδί στην πραγματικότητα από ένα μυθικό δρόμο, ο οποίος έχει, μόνο, το καλό να ανοίγει προοπτικές στην παιδική φαντασία, οπωσδήποτε ευεργετικές σ’ έναν έντονα ρασιοναλιστικό κόσμο» (Μερακλής, 2007: 144).
Η ικανότητα του παραμυθιού να ανοίγει διόδους επικοινωνίας ανάμεσα σε λαούς και πολιτισμούς, να διδάσκει τα παιδιά και να τα φέρνει σε επαφή με τον πολιτισμό τους, αλλά και τον ίδιο τους τον εαυτό μπορεί να αποβεί πολύ χρήσιμη μέσα σε μία πολυπολιτισμική τάξη, όπου ο δάσκαλος βρίσκεται συχνά σε αμηχανία για τον τρόπο χειρισμού ψυχολογικών και μαθησιακών δυσκολιών, καθώς και οικογενειακών προβλημάτων των μαθητών .
Σε μία πολυπολιτισμική τάξη πολλοί μαθητές είναι συνήθως γόνοι μεταναστών που αντιμετωπίζουν ψυχολογικά προβλήματα και προβλήματα επιβίωσης. Τα παιδιά αυτά βιώνουν μια δύσκολη συναισθηματική κατάσταση λόγω του ξεριζωμού από την πατρίδα τους, της έλλειψης προσαρμοστικότητας, της σχολικής τους αποτυχίας και του ρατσισμού που αντιμετωπίζουν στη χώρα υποδοχής . Ταυτόχρονα χαρακτηρίζονται από μαθησιακά προβλήματα εξαιτίας της μη ικανοποιητικής κατοχής της ελληνικής γλώσσας και της αδυναμίας υποστήριξής τους στα μαθήματα από το αλλόγλωσσο οικογενειακό τους περιβάλλον. Σ’ αυτές τις δυσχέρειες προστίθενται και τα οικονομικά προβλήματα της οικογένειας που πολλές φορές οδηγούν τα παιδιά αυτά σε απόγνωση και σε ψυχολογικό αδιέξοδο, ιδιαίτερα όταν για να συμμετάσχουν στην εκπαιδευτική διαδικασία είναι απαραίτητο να χρησιμοποιήσουν τεχνολογικά μέσα, τα οποία δεν διαθέτουν.
Το παραμύθι ως μία φανταστική - κατά κόρον λαϊκή - διήγηση, εύκολα προσβάσιμο, γραμμένο σε γλώσσα κατανοητή και συμβολική και εμπλουτισμένο με ηθικά διδάγματα είναι πολύ πιο αποτελεσματικό και απαραίτητο σε παιδιά που έρχονται αντιμέτωπα από πολύ νωρίς με το σκληρό πρόσωπο της ζωής, που έχουν χάσει το δρόμο τους και μαζί και τις ελπίδες τους. Τα συγκεκριμένα παιδιά θα προσπαθήσουν να βρουν ένα στήριγμα στα μηνύματα και στα πρόσωπα των παραμυθιών, για να αντιμετωπίσουν τις αντιξοότητες της ζωής και να ενσωματωθούν στην ελληνική κοινωνία, διατηρώντας παράλληλα και την επαφή τους με τον δικό τους πολιτισμό.
Παρά την επίδραση του παραμυθιού στην προσωπικότητα των παιδιών και τη σπουδαιότητα αυτού στη διδακτική διαδικασία, ελάχιστα έχει αξιοποιηθεί διδακτικά στον ελλαδικό χώρο και μάλιστα σε συνθήκες πολυπολιτισμικότητας. Η απουσία του από τις σχολικές τάξεις συχνά δικαιολογείται με το πρόσχημα ότι αποτελεί αναχρονιστικό μέσο διδασκαλίας. Όμως η μακραίωνη ύπαρξη αυτού στη ζωή των ανθρώπων σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να εκλαμβάνεται ως σημείο αναχρονισμού, τουναντίον μάλιστα θεωρείται κριτήριο διαχρονικότητας: «Το παραμύθι δεν ανήκει μόνο στο παρελθόν, ούτε μόνο στα παιδιά. Είναι συνδεδεμένο με τη ζωή ολόκληρου του λαού, κάποτε μάλιστα αποτελεί και την πιο γνήσια έκφρασή του (…) έχει πολλά να πει ακόμα στο παρόν και στο μέλλον» (Leyen, 1953: 8).
Πράγματι, σήμερα η παρουσία του παραμυθιού στη σύγχρονη διδασκαλία κρίνεται πιο σκόπιμη από ποτέ. Ο μονοπολιτισμικός χαρακτήρας των δημόσιων Δημοτικών Σχολείων της Ελλάδας ανήκει σε πεπερασμένες εποχές.
Ο μεγάλος αριθμός ελληνικών πολυπολιτισμικών Δημοτικών Σχολείων και σχολείων που φιλοξενούν μετανάστες, αλλά και η ανομοιογένεια του μαθητικού δυναμικού υπαγορεύει στον σύγχρονο εκπαιδευτικό την ανεύρεση νέων μέσων διδασκαλίας, τα οποία θα γεφυρώνουν το πολιτισμικό και το γλωσσικό χάσμα ανάμεσα στους λαούς, με σκοπό την ομαλή συμβίωση του μαθητικού δυναμικού και την άρτια διεξαγωγή του μαθήματος.
Το παραμύθι προσφέρεται για διδασκαλία στην ελληνική πολυπολιτισμική τάξη, καθότι είναι γραμμένο σε γλώσσα λιτή και αρκετά κατανοητή, ακόμα και για τον μαθητή που δε γνωρίζει καλά ελληνικά. Επίσης, η πλούσια εικονογράφηση και το σχεδόν προβλέψιμο τέλος βοηθούν όλα τα παιδιά να παρακολουθήσουν την ροή των γεγονότων της ιστορίας (Viala-Haluska, 1996). Ο κοινός θεματικός πυρήνας που έχει αποδειχθεί ότι έχουν παραμύθια τελείως διαφορετικών πολιτισμών μετατρέπει το ανοίκειο και αρκετές φορές αφιλόξενο περιβάλλον της σχολικής τάξης σε έναν γνωστό και οικείο χώρο για τους αλλοεθνείς μαθητές. Έτσι, χάρη στην ευεργετική επίδραση της διδασκαλίας του παραμυθιού, ο αλλοδαπός μαθητής προσαρμόζεται ταχύτερα και διεκδικεί ενεργή συμμετοχή στη μαθησιακή διαδικασία. Επιπλέον, η θεματική ομοιότητα των παραμυθιών διαφορετικών χωρών αποτελεί συνεκτικό κρίκο και κοινό σημείο εκκίνησης της μάθησης για όλα τα παιδιά, ανεξαρτήτου φυλής και εθνικότητας. Τέλος, μέσα από τα σύγχρονα ανατρεπτικά παραμύθια οι μαθητές μαθαίνουν να αμφισβητούν τα στερεότυπα της κοινωνίας και να καλλιεργούν την κριτική τους σκέψη. Κατ’ επέκταση, ο αλλοεθνής συμμαθητής παύει να αποπνέει αρνητικά συναισθήματα στους υπόλοιπους, λόγω της εμφάνισης και της καταγωγής του και κρίνεται με βάση τα στοιχεία του χαρακτήρα του
Στο παρόν βιβλίο προβάλλεται το παραμύθι ως διδακτικό εργαλείο άμβλυνσης ανισοτήτων στο ελληνικό πολυπολιτισμικό Δημοτικό Σχολείο, γιατί η διδασκαλία του παραμυθιού σε τάξεις με ποικιλότητα εθνοτήτων δεν προάγει την πολιτισμική αφομοίωση, αλλά τον σεβασμό στον πολιτισμό του άλλου, καθώς και την ισότητα απέναντι στη γνώση, τα οποία κρίνονται απαραίτητα για την ειρηνική συνύπαρξη στην πολυπολιτισμική κοινωνία της Ελλάδας του σήμερα. Το παραμύθι, τόσο παλιό, αλλά ταυτόχρονα και τόσο επίκαιρο είναι μια «εύκολη» και οικονομική λύση που δεν αποκλείει τον διαφορετικό, οικονομικά ανίσχυρο μαθητή από την εκπαίδευση, αλλά προάγει τη νοοτροπία της συμπερίληψης που όλοι έχουν θέση και αξία μέσα στο παραμύθι, στη ζωή. Πράγματι αυτό αποτελεί μια ευφάνταστη λύση7 διδασκαλίας για τον σύγχρονο εκπαιδευτικό, η οποία με τους κατάλληλους χειρισμούς από μέρους του μπορεί να αποβεί θαυματουργή για την διασφάλιση αρμονικών σχέσεων ανάμεσα στο τόσο ανομοιογενές μαθητικό δυναμικό του σύγχρονου ελληνικού σχολείου και για τη συμμετοχή στη μαθησιακή διαδικασία όλων των μαθητών με σεβασμό ταυτόχρονα στον πολιτισμό και στη γλώσσα κάθε εθνικότητας, γιατί, όπως επισημαίνει ο Α. Τριλιανός: «η εφαρμογή μονοπολιτισμικής και μονογλωσσικής αγωγής και κουλτούρας, η οποία αγνοεί την ετερότητα και δεν αποδέχεται άλλη μορφή πολιτισμού, δεν πρέπει να έχει θέση στα σύγχρονα πολυπολιτισμικά κράτη» (Tiedt, P., I Tiedt, P., I Tiedt, P., I Tiedt, P., I Tiedt, P., I Tiedt, P., I 2006: 24).
Το παραμύθι είναι ένας τρόπος γαλούχησης και ηθικής διαπαιδαγώγησης, ο οποίος, αν και πολύ παλιός, θα βοηθήσει το σημερινό σχολείο να εκσυγχρονιστεί και να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της εποχής. Αυτό έρχεται να υπογραμμίσει το συγκεκριμένο βιβλίο και να σταθεί αρωγός στο σύγχρονο εκπαιδευτικό που μάχεται χωρίς όπλα στην ουσία, να φέρει εις πέρας ένα πολύ δύσκολο έργο.