Το Βοτάνι της Αγάπης

Συγγραφέας
Δροσίνης Γεώργιος
Εκδόσεις
Bookstars-Γιωγγαράς

[…]— Άι, φέρ’ το ντέφι, αρή Διαβολόσπιθα, είπε προς την κόρην, επιμένων ν’ αποκαλή αυτήν εν τη μέθη του δια του παρωνυμίου τούτου. Η κόρη δεν αντέστη? αι δύο βίαιαι δόσεις του οίνου είχον αρκούντως συνταράξη το λογικόν αυτής. Κρατούσα το ντέφι ανά χείρας ήρχισε προς τους ήχους τού οξυαύλου να ρυθμίζη βήματα και κινήσεις πλήρεις αρρήτου χάριτος, απιστεύτου ευλυγισίας. Εφ’ όσον γοργοί επέτων οι φθόγγοι από τας οπάς του ξύλου, γοργοί εκτύπων οι πόδες αυτής την γην και οι δάκτυλοι γοργοί ετυμπάνιζον το τεντωμένον δέρμα. Και επρόβαινε και ωπισθοχώρει και περιεστρέφετο με θάμβουσαν ταχύτητα και ανεκίνει περί αυτήν και επάνω από την κεφαλήν και οπίσω και έρριπτεν υψηλά και ήρπαζε και εκύλιε κατά γης και ανελάμβανε πάλιν και πάντοτε συμφώνως προς τον ρυθμόν το τρεμοκωδωνίζον ντέφι. Όταν δε τους σπινθηρίζοντας φθόγγους διεδέχετο παρατεταμένη, εξηντλημένη φωνή, ως λιποψυχία, ως τελευταίος προς την ζωήν χαιρετισμός, η γόησσα ίστατο αίφνης και με τρομώδη παλμόν φέρουσα το ντέφι δι’ αμφοτέρων τω...

Στο Σκοτάδι - Ζωή

Συγγραφέας
Χατζόπουλος Κωνσταντίνος
Εκδόσεις
Bookstars-Γιωγγαράς

Τον είχε συνηθίσει με όλη την κακή, τη δύστυχη ζωή που πέρασε μαζί του. Μα και πρωτύτερα, δίχως αυτόν, η ζωή της δεν ήτανε καλύτερη εκεί στο λασποχώρι, κοντά στον Άραχθο, απόξω από το ρωμαίικο το σύνορο, απόπου είχε ρθει. Ολημερίς στον ήλιο και στα κρύα, μισόγυμνη, ξυπόλυτη, δούλευε και κει, καθώς και δω? κι ο πατέρας της, τ’ αδέρφια, η μάνα τη βλαστημούσαν και τη δέρνανε και κει. Όξω στα χωράφια που θερίζανε, στα νερά που σκάφτανε μαζί γνώρισε το Σταύρο και τα σιάξανε. Είχε ρθει από κάπου από το τούρκικο βαθύτερα, κι ο πατέρας της, φτωχοκολήγας σ’ ένα τσιφλίκι, δεν ήθελε να του τη δώση, γιατί δεν ήξερε πούθε κρατά η σκούφια του. Μα στον πόλεμο, άμα ο ελληνικός στρατός, που είχε περάσει τα σύνορα, ξανάφυγε και μαζί του λακίσανε κ’ οι χωρικοί, μέσα στην αντάρα του γενικού φευγιού, ο Σταύρος την έκλεψε και μπήκε στο ρωμαίικο.

Ο πύργος του Αλιβέρη κι άλλα διηγήματα

Συγγραφέας
Χατζόπουλος Κωνσταντίνος
Εκδόσεις
Bookstars-Γιωγγαράς

«Την αγαπούσα και τη σκότωσα», ξακολούθησε, «μα μη φοβάσαι, εσέ δε σ’ αγαπώ. Εσύ δεν είσαι κείνη, όπως φαντάστηκα όταν σε είδα πρώτη φορά. Νόμισα πως πέρασε η ψυχή της σε σένα, πως αναστήθηκε σε σένα, πως ξαναήρθε στη ζωή με σένα. Μα όχι, εσύ δεν είσαι κείνη. Εσύ τρέμεις. Εκείνη δεν έτρεμε. Ξέπλεξε μόνη τα μαλλιά και μου τα έδωσε στο χέρι. Μου τα έδωσε και της τα πέρασα γύρω στο λαιμό θηλιά, τράβηξα, έσφιξα τη θηλιά γερά, και τα μάτια της, τα μικρά τα μάτια της ανοίξανε πλατιά στο χάος, τεντωθήκανε πόρτες ορθάνοιχτες στην άβυσσο? σαν πλάκες σμάλτο ασπροφεγγίσαν τ’ άχρωμα τα μάτια, σαν αιμοστάλαχτα ρουμπίνια αστράψαν τ’ άλαμπα τα μάτια.

Η Μαζώχτρα

Συγγραφέας
Εφταλιώτης Αργύρης
Εκδόσεις
Bookstars-Γιωγγαράς

Της ήρθε όρεξη να πλαγιάση απάνω σε μερικά κιτρινόφυλλα που θάρρειες πρόλαβαν και πέσανε, να της δώσουνε στρώμα πιο ταιριαστό. Τα πιώτερα φύλλα γλυκόπαιζαν ακόμα τόνα με τάλλο απάνω στους κλώνους. Πλάγιασε η Ασήμω ανάστηθα και ξέννοιαστα, και κοίταζε την ολοπράσινη στέγωσή της, αναγυρισμένα τα δυο της μπράτσα ζερβόδεξα, και τα δάχτυλα μπλεγμένα απάνω στην αναμαλλιασμένη κορφή της. Τήραγε τα φύλλα που σάλευαν και που σαλεύοντας άφιναν κάθε λίγο και ξεγλιστρούσαν απ’ ανάμεσά τους αχτίδες που αστράφτανε στα μισοκλεισμένα της μάτια σαν πρώτου νερού διαμάντια.

Νησιώτικες Ιστορίες 3

Συγγραφέας
Εφταλιώτης Αργύρης
Εκδόσεις
Bookstars-Γιωγγαράς

Εκείνη την ώρα τριγύριζε ο Δράκος κοντά μας, και με χαρά άγρια και δαιμονική γάντζωνε, όλο γάντζωνε κ’ έπαιρνε μέσα στην καταχνιά πολλούς επιβάτες από μέσ’ από τη φουρτουνιασμένη τη λίμνη. Και κει που παρακαλούσε την Παναγιά η καλή μου, πέφτει ο γάντζος απάνω σταγόρι, και το παίρνει από την αγκαλιά της και χάθηκε τ’ αγοράκι μέσα στην καταχνιά. Κ’ έμεινε η καλή μου δίχως παιδί, και μυρολογούσε. Κ’ ήταν τέτοια μυρολόγια γεμάτος ο αέρας τριγύρω. Και κει που μυρολογούσε, περνάει από κοντά μας μια γλίγωρη βάρκα, μ’ έν’ άγριο άνθρωπο μέσα της ολομόναχο. Και καθώς περνούσε, σκύβει ο άγριος άνθρωπος και παίρνει την ακριβή μου και χάνετ’ από μπρος μου σαν αστραπή. Και μένω μοναχός μου στην έρμη τη βάρκα, έτοιμη τώρα να βυθιστή. Και παρά να βυθιστώ και γω, πηδώ απάνω στα κύματα, κι αρχίζω απελπισμένος να κολυμπώ.

Συμβουλές προς Νέους και Πολιτικούς

Συγγραφέας
Ισοκράτης
Εκδόσεις
Bookstars-Γιωγγαράς

Όταν αποβλέπουν στις τιµές και στον πλούτο και στην εξουσία, όλοι θεωρούν τους µονάρχες ίσους µε τους θεούς. Όταν όµως θυµηθούν τους φόβους και τους κινδύνους και, καθώς εξετάσουν διεξοδικά, δουν όσους εξοντώθηκαν για πράγµατα που δεν θα έπρεπε, όσους αναγκαστικά έβλαψαν ακόµη και τους πιο κοντινούς συγγενείς τους, όσους πάλι έχουν πάθει και τα δύο αυτά, θεωρούν ότι συµφέρει περισσότερο να ζουν µε οποιονδήποτε τρόπο παρά µε τέτοιες συµφορές και να βασιλεύουν σε όλη την Ασία.

Παιδιού Έρωτες κι άλλα τέτοια

Συγγραφέας
Φιλήντας Μένος
Εκδόσεις
Bookstars-Γιωγγαράς

Και τότε σφαλούσε τα μάτια του και παραδινότανε σε φαντασίες, πως είτανε τάχα οι δυο τους με την Πολυξένη σε κήπους λουλουδένιους, και τον έπαιρνε κείνη στην αγκαλιά της και τονε κουβαλούσε μέσα-μέσα από τα λουλούδια, και τον έσφιγγε –κι άνοιγε μια τα μάτια του και την έβλεπε κοιμισμένη, και δυνάμωνε την αισθητική του με την όψη της, και πάλε τά ’κλεινε τα μάτια του, για να συνεχίσει τις φαντασίες του, πως πλάγιαζαν κοντά-κοντά, έτσι καληώρα που είτανε και τώρα πλαγιασμένοι.

Τάσω

Συγγραφέας
Χατζόπουλος Κωνσταντίνος
Εκδόσεις
Bookstars-Γιωγγαράς

Κατέβηκα γλήγορα στο δρόμο και μπήκα και γω στο σπίτι της Τάσως. Ο Γιωργίκος την είχε ξαπλωμένη χάμω και τη χτυπούσε όπου έφτανε, με χέρια και με πόδια. Οι γυναίκες που είχανε φτάσει πριν από μένα δεν μπορούσανε να του τη βγάλουν από τα χέρια. «Φευγάτε από δω, θα τη σκοτώσω», φώναζε αγριεμένος ο Γιωργίκος και χτυπούσε με το τσαρούχι του, που είχε βγαλμένο από το πόδι. Η Τάσω κουλουριασμένη χάμω μούγκριζε πνιχτά. Η γριά Αγγελίνα καθισμένη σε μια γωνιά έβριζε και ρέκαζε κουνώντας το ραβδί της.

Ο Κακός Δρόμος

Συγγραφέας
Ξενόπουλος Γρηγόρης
Εκδόσεις
Bookstars-Γιωγγαράς

Όχι, η γειτόνισσα έλεγε την αλήθεια. Ο Τζώρτζης του Μενεγή, ο μπαρμπέρης, της το πήρε το φιλί εκείνο το βράδυ. Και η Χρυσούλα δεν ηύρε δύναμι ν’αντισταθή. Αντί να φωνάξη, εγέλασε, –κι’ αντί να σηκώση πέτρα, αγωνίσθηκε μόνο να λυτρωθή από το σφίξιμό του και να του φύγη, να κρυφτή ’ς το σπίτι της… Ε, μα δεν ήταν σαν τους άλλους ο Τζώρτζης! Λεβεντόπαιδο, παλληκαράς ίσια μ’ εκεί πάνου, χεροδύναμος, που μπορούσε να τη στήψη ολάκερη σα λεμονόκουπα.

Νησιώτικες Ιστορίες 1

Συγγραφέας
Εφταλιώτης Αργύρης
Εκδόσεις
Bookstars-Γιωγγαράς

Ο Παππά Σωφρόνιος είταν αγράμματος, παράξενος, σκαρτάδος, τέσσερα δεν τον έμελε για τον κόσμο. Μια τό ’ριχτε στο γλέντι με κοσμικούς, μια γινότανε κι από τον Αη Αντώνη πιο άγιος. Σαν τον έπιαναν οι παραξενιές του, περίπαιζε τον καθέναν, και κανέναν δεν πίστευε. Χάζι τον έκανα σαν τον παρακαλούσε καμιά γριά να γράψη και τ’ αντρού της τ’ όνομα και να το διαβάση στη λειτουργιά, κι αυτός χαμογελούσε κατόπι της μ’ ένα παμπόνηρο τρόπο, σα να της έλεγε πως τάχατες τώρα μας έβαλες και συ γνώση!

Νησιώτικες Ιστορίες 2

Συγγραφέας
Εφταλιώτης Αργύρης
Εκδόσεις
Bookstars-Γιωγγαράς

Σαν άραξε η βάρκα του εκεί κάτω, βγαίνει όξω και τραβάει ίσια κατά τ’ αμπέλι του Γληγόρη του Φυσέκη, πηδάει από τον τοίχο, γεμίζει την ποδιά του σταφύλια, και γυρίζει πίσω, σα να μην είταν εκείνος. Βγαίνοντας, τον τσακώνει ο νοικοκύρης. Αυτός είταν τότες ο παλικαράς του χωριού μας, ένας τρομερός φωνακλάς. Πατάει λοιπόν τις φωνές άμα είδε τον κλέφτη. Ο Κοντάρας γελάει, και κινάει κατά τη βάρκα του. Ο Φυσέκης τρέχει κατόπι του, ακούν τις φωνές κ’ οι γειτόνοι και μαζεύονται ένας ένας τους. Ο Μαρίνος τώρα κάθουνταν αξέννοιαστος μες στη βάρκα κ’ έτρωγε τα σταφύλια με τους συντρόφους του.

Καντισόν – Απομνημονεύματα ενός Γαϊδάρου

Συγγραφέας
Σεγκίρ Κοντές ντε
Εκδόσεις
Bookstars-Γιωγγαράς

Ένας γάιδαρος, ο Καντισόν, γράφει τ’ απομνημονεύματά του και αφηγείται τις περιπέτειές του με ζωντάνια και αμεσότητα που ξεπερνά πολλές φορές την ανθρώπινη. Η αφήγηση ξεκινάει περιγράφοντας τη ζωή του σε μια αγρότισσα που τον κακοποιεί, μέχρι που καταφέρνει να δραπετεύσει και να βρει καταφύγιο στο δάσος. Ακολουθούν κι άλλα αφεντικά. Όταν τον σέβονται και τον φροντίζουν, εκείνος το ανταποδίδει με υπακοή και καλοσύνη. Όταν όμως του φέρονται με σκληρότητα και βία, γίνεται εκδικητικός και μνησίκακος. Διαθέτει μεγάλη εξυπνάδα και πάντα καταφέρνει να γλιτώνει. Όμως αντιλαμβάνεται ότι αυτό δεν του αρκεί. Πρέπει να είναι πάνω απ’ όλα καλόκαρδος για να κερδίζει την αγάπη και να είναι ευτυχισμένος. Η Κοντές ντε Σεγκίρ μαγεύει τον αναγνώστη οδηγώντας τον στο σύμπαν της ανέμελης ζωής στη φύση αλλά και τον καθηλώνει με τις συναρπαστικές περιπέτειες του Καντισόν, εμπνέοντας την αγάπη για ένα ζώο αρκετά βασανισμένο και αδικημένο.

Περί Αρετής, Κακίας, Φθόνου, Μίσους, Φιλοπλουτίας

Συγγραφέας
Πλούταρχος
Εκδόσεις
Bookstars-Γιωγγαράς

Συγκέντρωνε χρυσάφι, μάζευε ασήμι, χτίζε δρόμους για περίπατο, γέμιζε το σπίτι με δούλους και την πόλη με οφειλέτες. Αν δεν καταπολεμήσεις τα πάθη της ψυχής και δεν σταματήσεις την απληστία και δεν απαλλάξεις τον εαυτό σου από φόβους και ανησυχίες, είναι σαν να κερνάς κρασί κάποιον που έχει πυρετό, να προσφέρεις μέλι σε κάποιον που έχει πρόβλημα στη χολή, να ετοιμάζεις φαγητά και πικάντικες λιχουδιές σε κάποιον που πάσχει από κοιλιακά και δυσεντερία, κι αντί να τον θωρακίζεις και να τον κάνεις πιο δυνατό, να επιδεινώνεις την κατάστασή του.

Ο Χορός των Ρόδων

Συγγραφέας
Σουρούνης Αντώνης
Εκδόσεις
Καστανιώτης

Αυτή είναι η ιστορία του Νούση, ενός Έλληνα πλάνητα στην αστική ζούγκλα της Φραγκφούρτης, που μαζί με άλλους κυνηγούς της τύχης περνά τις μέρες και τις νύχτες του πάνω από τη ρουλέτα. Από το Βισμπάντεν και το Μπρέμεν έως τη Βενετία και το Μόντε Κάρλο, ο Νούσης και η παρέα του παίζουν για να υπάρχουν, ζώντας με πάθος τις περιπέτειες, τις φιλίες, τους έρωτες, τα ταξίδια, τους ρόλους τους στα όνειρα και στους εφιάλτες τους. Ως επαγγελματίες παίκτες συνεργάζονται με σύστημα και υπομονή, και πολεμούν τα καζίνα με τα ίδια τους τα όπλα. Ο Χορός των Ρόδων είναι το μεγάλο μυθιστόρημα του τζόγου, μια ανεπανάληπτη περιπλάνηση στις φαντασμαγορικές αίθουσες των καζίνων, ένα συναρπαστικό ντοκιμαντέρ «γυρισμένο» στο χαρτί. Με πρώτη ύλη τα βιώματα και τις μνήμες του από τους ναούς του ρίσκου, ο Αντώνης Σουρούνης φιλοτέχνησε ένα αξεπέραστο μυθοπλαστικό σύμπαν, όπου με πρόσχημα τον τζόγο αναζήτησε την ουσία της ίδιας της ζωής.

Η Νοσταλγία μου κι Εγώ

Συγγραφέας
Βαμβουνάκη Μάρω
Εκδόσεις
Αρμός

Προσωπικά η σχέση μου με τη νοσταλγία μένει σχέση στενή, αλλά και επίφοβη μια και σε κατακρατά στο ανικανοποίητο. Το θετικό είναι ότι επειδή ακριβώς οι νοσταλγίες για τα γεγονότα και κυρίως για τα πρόσωπα που πέρασαν αλλά δεν προσπέρασαν απ΄τη ζωή μου, έχουν μαγεία, μαγεία φωτεινή ή σκοτεινή, με εμπνέουν. Εκ των υστέρων αναδείχνουν τη ζωή περισσότερο ενδιαφέρουσα, ποιητική, θεατρική, ελκυστική, με κρυμμένα νοήματα και σύμβολα, και μ’ αυτό που λέει ο ποιητής,”το παρ΄ολίγο να συμβεί”, πλησίον. Μου θερμαίνουν την ανάγκη να περιγράψω όσα συνέβησαν για να τα ξαναζώ, να τα διαιωνίζω, να τα περιγράψω λιγάκι αλλιώτικα, πιο “σωστά”, πιο “δίκαια” κατά τα δικά μου ζωτικά γούστα. Από μικρή έλεγαν ότι ήμουν παιδί με φαντασία, αλλά εγώ πιστεύω ότι ήμουν παιδί με νοσταλγία.

Τρεις Γυναίκες

Συγγραφέας
Αστερίου Αμαλία
Εκδόσεις
Αρμός

Η απελευθέρωση της Μακεδονίας υλοποιήθηκε με τους Βαλκανικούς Πολέμους του 1912-13. Όμως, η Βουλγαρία και η Σερβία δεν εγκαταλείψανε την αλυτρωτική προπαγάνδα στους σλαβόφωνους πληθυσμούς της Ελληνικής Μακεδονίας, επιδιώκοντας η πρώτη την αναθεώρηση των εδαφικών όρων της Συνθήκης του Βουκουρεστίου και η δεύτερη τη δημιουργία του ανεξάρτητου κράτους της Μακεδονίας. Μέσα στη δίνη των γεγονότων, στις Σέρρες γεννιέται και ανδρώνεται ο ήρωας της ιστορίας, πρόσωπο υπαρκτό. Γύρω του κινούνται τρεις γυναίκες. Η αφήγηση ακολουθεί τα γεγονότα, που σημαδεύουν τη ζωή του στον ιστορικό χρόνο, την οργάνωση και πραγματοποίηση της περιοδείας των Μακεδόνων φοιτητών το 1925 από την Αθήνα στη Θράκη και τη Μακεδονία, με σκοπό να κινητοποιηθεί το συναίσθημα και να αποτραπεί ο εφησυχασμός του ελληνικού πληθυσμού απέναντι στον βουλγαρικό επεκτατισμό. Ο ήρωας γνωρίζει ότι μπαίνει στο στόχαστρο Βουλγάρων και Σέρβων. Η οδυνηρή εμπειρία που έζησε στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο με τη βουλγαρική κατοχή της Ανατολικής Μα...

Ο Τελευταίος Άλυπος

Συγγραφέας
Γκίκα Ελένη
Εκδόσεις
Αρμός

Σε μια παραθαλάσσια πόλη μια γυναίκα, φωνάζοντας τα ξόρκια της, πέφτει επάνω σε ένα δολοφονημένο κορίτσι. Στον σκουπιδότοπο, και με τον ίδιο τρόπο, θα βρεθούν δυο ακόμα δολοφονημένα παιδιά. Μια παλιά παρέα επιστρέφει. Κι ένας άγνωστος άντρας επιθυμώντας να παραμείνει αόρατος, που φαίνεται να γνωρίζει πολλά. Τα τυφλά χτυπήματα στην παρέλαση που θα ακολουθήσουν και οι εκρηκτικοί μηχανισμοί σε επτά διαφορετικά σημεία της πόλης, θα στρέψουν την προσοχή όλων στο παρελθόν. Ο αστυνόμος Μύρων Αγγέλου που έχει πάθος με τα λουλούδια του και οτιδήποτε το ιαπωνικό, θα προσπαθεί να χειριστεί την υπόθεση. Και μέσα σε όλα αυτά: Ένας παλιός τρομοκράτης που είναι πια αδελφός Ματθαίος, ένα αγόρι αγνώστου πατρός, η παλιά και η νέα γενιά της τρομοκρατίας, η κατάρα των Ορφανίδηδων να αυτοκτονούν όλοι οι Άλυποι στην οικογένεια και η πανάρχαια ιστορία της πατροκτονίας. Η αιώνια επανάληψη του βασικού μοτίβου ζωής και της μοιραίας σκηνής. Το παρελθόν που επιστρέφει και απαιτεί επιτακτικά την δική του ανταμοι...

Ο Πίθηκος Ξουθ ή τα ήθη του αιώνος

Συγγραφέας
Πιτζιπίος Ιάκωβος Γ.
Εκδόσεις
Bookstars-Γιωγγαράς

Ο Πίθηκος Ξουθ είναι ένα μυθιστόρημα σε 17 κεφάλαια και πρωτοδημοσιεύτηκε σε συνέχειες στο περιοδικό Αποθήκη των Ωφελίμων και Τερπνών Γνώσεων το 1848. Θεωρείται ως το πρώτο νεοελληνικό μυθιστόρημα σε συνέχειες. Μάλιστα, στο τέλος του τελευταίου κεφαλαίου, όπως και στα προηγούμενα, εμφανίζεται η λέξη «ακολουθεί». Ωστόσο, δεν αφήνει στον αναγνώστη την αίσθηση ότι το έργο είναι ημιτελές. Η αφήγηση αρχίζει το 1844. Ο Καλλίστρατος Ευγενίδης επιστρέφοντας στην Αθήνα μετά από περιηγήσεις ανά την Ευρώπη, φέρνει μαζί του τον πίθηκο Ξουθ και του αναθέτει καθήκοντα θαλαμηπόλου. Μια μέρα, όταν κατά την απουσία του κυρίου του προσπαθεί να ξυριστεί με τα πολύτιμα ξυράφια του, εκείνος επιστρέφει απροειδοποίητα. Ο Ξουθ βλέποντάς τον ξαφνικά αιφνιδιάζεται, τα ξυράφια πέφτουν και σπάζουν και ο κύριός του τον ξυλοκοπεί με μανία. Μάλιστα ετοιμάζεται να τον σκοτώσει με το ξίφος του όταν ο Ξουθ αρχίζει να μιλάει.

Πρόσω Ανάποδα

Συγγραφέας
Βιδάλης Γιώργος
Εκδόσεις
Αρμός

Φθινοπωρινή Αθήνα, δύο έτη π.Κ. (προ Κορωνοϊού). Δύο άντρες, άγνωστοι μεταξύ τους και διαδοχικά πρώην, συναντιούνται ξαφνικά να κουβεντιάσουν για την πρώην τους, ένα ιδιαίτερο και προικισμένο θηλυκό που τους έκανε τη ζωή άνω-κάτω. Από σπόντα εμπλέκονται δύο ηλικιωμένα αδέλφια, τελείως διαφορετικοί χαρακτήρες (ψαγμένος και πολυταξιδεμένος ο ένας, τυχοδιώκτης και γυναικοκατακτητής ο άλλος) ξετυλίγοντας σκέψεις και στιγμές από τους παράλληλα αντίθετους βίους τους. Ένα έκτακτο ταξίδι στην Τήνο κι ένας απρόσμενος έρωτας μετ’ εμποδίων. Ανάποδες συμπεριφορές και τυχερές αναποδιές, εκμυστηρεύσεις κι αναδρομές, ανεξόφλητα γραμμάτια χαμένων ερώτων, ξεφτισμένων ιδεών και νοοτροπιών σε κόσμους σύγχρονους και αλλοτινούς. Νουβέλα με παιγνιώδη κι εξομολογητική διάθεση, με πολιτικές πινελιές και βιβλιοφιλικά αισθήματα, που ψηλαφίζει την ασυνεννοησία, τη λαχτάρα του σμιξίματος, την εγωπάθεια, τη μοναχικότητα.

Μια Κατσαρίδα για Αγαπήσω

Συγγραφέας
Πασχάλης Γιώργος Δ.
Εκδόσεις
Κέδρος

Τι είναι ένα παραμύθι δίχως λίγο από πραγματικότητα; Μάλλον κάτι αντίστοιχο με ό,τι η πραγματικότητα δίχως λίγο από παραμύθι… Δυσκατάπιοτη… Ο Μπράιαν κατοικεί σ’ ένα αρχοντικό από καφετί ψαμμόλιθο δίπλα στο πάρκο, στο κεντρικό Μανχάταν. Για συντροφιά του έχει τον αιθεροβάτη Ράιαν, τον πιο γειωμένο Νέιθαν, τη φλογερή Ούρσουλα, αλλά και τον συνεσταλμένο Οράτιο. Σ’ έναν πλανήτη όπου το ανθρώπινο είδος έχει πια εκλείψει, η αγάπη άραγε έχει χαθεί μαζί του; Φυσικά και όχι, γιατί η αγάπη είναι το αποτέλεσμα μιας βιολογικής διεργασίας, που δεν αναγνωρίζει είδος, φύλο ή άλλο περιορισμό. Μια αράχνη ερωτεύεται μια νυχτερίδα, ενώ μια αλογόμυγα απολαμβάνει ό,τι ο πόθος ορίζει γι’ αυτή μέσα από τη σεξουαλικά απελευθερωμένη συμπεριφορά της. Μια κατσαρίδα γνωρίζει για πρώτη φορά πώς είναι ν’ αγαπάς πραγματικά κι ένα τζιτζίκι γεμίζει με το απεγνωσμένο του τραγούδι τα απομεινάρια μιας πόλης, όπου κάποτε θριάμβευε ο άνθρωπος.